Ο Σμόκι, σε μια ταινία, μπορεί και να πάτησε πέρα από την γραμμή, ρίχνοντας την μπάλα, στα ημιτελικά του τουρνουά μπόουλιγκ, κάνοντας φάουλ, ο ίδιος το αρνείται, αλλά ο Γουόλτερ της αντίπαλης ομάδας τον είδε, και επιμένει. Ο Σμόκι δεν είναι και πολύ πειστικός, αλλά επιμένει, και υποτιμάει και την αποφασιστικότητα, και κυρίως, τις αρχές και τις προτεραιότητες του Γουόλτερ. Ο Γουόλτερ βγάζει από κάπου ένα πιστόλι, και το κολλάει στη μύτη του Σμόκι, κι αυτό είναι κάπως ασύμμετρο, μιάς που ο Σμόκι, σε αντίθεση με τον Γουόλτερ, είναι ευαίσθητος και εύθραυστος και συνεσταλμένος. Οι συμπαίκτες έκπληκτοι από την ασυμμετρία της αντίδρασής του, του λένε ότι μερικά εκατοστά έξω από τα όρια στο πάτημα, δεν έχουν σημασία, και ο Γουόλτερ ιδιαιτέρως εμφατικά, αναρωτιέται ρητορικώς, » μα, επιτέλους, κανείς εδώ δεν νοιάζεται για τους κανόνες;»
Βγαίνοντας από το τένις κλαμπ ο ώριμος κύριος, με το σορτσάκι και την ρακέτα, βλέπει έναν τροχονόμο να κοιτάζει με επαγγελματικό ενδιαφέρον το αυτοκίνητό του και να του γράφει κλήση για παράνομη στάθμευση. Ξέρει ότι το άφησε σε νόμιμο σημείο, και όταν ρωτάει ευγενικά τον εκπρόσωπο του νόμου, εκείνος εξ ίσου ευγενικά του λέει, ότι πάτησε πέρα απο την οριακή γραμμή, και δείχνει την μια ρόδα που ξεφεύγει μερικά εκατοστά έξω από την διαγράμμιση στον δρόμο. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

αλίμονο στους ηττημένους..

27 Φεβρουαρίου, 2010

Ο Ντάνυ είναι ντήλερ ναρκωτικών, σε μια ταινία, αλλά είναι και πολιτικοποιημένος, ούτως ειπείν, και παρουσιάζει στους πελάτες του το πολιτικό μανιφέστο της «γενιάς» τους. Είναι το 1968, στο Λονδίνο, και ο Ντάνυ μετά λύπης του ανακοινώνει μεταξύ άλλων, το τέλος της «επανάστασης» και την τελική ήττα, και το διατυπώνει με τον τρόπο του, κάπως συμβολικά και υπαινικτικά, λέγοντας ότι στα πολυκαταστήματα άρχισαν να πουλάνε χίπικες περούκες. Εννοούσε ο παραπονεμένος Ντάνυ, ότι η κόμμωση που προτιμούσε, αυτός και ο μαύρος συνεργάτης του, σε στυλ, μαλλούρα φουντωτή, ατημέλητη, ελεύθερη κι ωραία, τουτέστιν, το σήμα κατατεθέν της «επαναστατικότητας», το πιο αναγνωρίσιμο στοιχείο της, το πήραν οι «αντίπαλοι» και το γελοιοποίησαν εμπορευματικώς. Το χίπικο στυλ, είναι πια καρικατούρα, μασκαριλίκι για να παίζουν τα παιδιά.
Την «ήττα» της εν λόγω οιονεί «επανάστασης», την υπενθυμίζει, καθόλου μεταφορικά αλλά ρητότατα, ένας από τους «νικητές αντίπαλους», σε μια άλλη ταινία, σε έναν από τους «ηττημένους». «Η επανάστασή σας τελείωσε κύριε, τα ρεμάλια νικήθηκαν! Συλλυπητήρια! Βρείτε μια δουλειά κύριε!» Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

πρωινό

26 Φεβρουαρίου, 2010

Καφενείο διαμετακομιστικό, για ταξιδιώτες, σε στυλ κέντρο διερχομένων, με στρατιωτικότερη, ούτως ειπείν, ορολογία. 6 πμ μπαίνω με τον καφέ από το μπαρ αυτοεξυπηρέτησης, στην αίθουσα είναι τέσσερις τύποι, ο καθένας μόνος του, όπως μου αρέσει. Ο ένας χωρίς ενδιαφέρον, με ταξιδιωτικό σάκο όπως και γω. Ο άλλος έχει μια στοίβα λαχεία στο τραπέζι και τα μετράει και τα ξαναμετράει με το ένα χέρι, γιατί το άλλο είναι εκτός λειτουργίας. Οι άλλοι τρεις μου έχουν γυρισμένη την πλάτη. Ο ένας κάθεται άνετα ακουμπώντας στην καρέκλα, καπνίζει, δεν μεταφέρει τίποτα, τα παπούτσια του είναι πατημένα στο πίσω μέρος σε στυλ παντόφλες. Οι άλλοι δύο δεν ακουμπάνε την πλάτη, γέρνουν μπροστά. Ο ένας ακουμπάει τους αγκώνες στο τραπέζι, αλλά ο άλλος δεν ακουμπάει πουθενά, το στυλ του θα το έλεγα, της μόνιμης ταλαιπωρίας. Τουτέστιν, διατηρεί μια απολύτως άβολη στάση, σαν σε διαρκή εκκρεμότητα, σαν σε διαρκή ένδειξη κάποιας ενδογενούς δομικής τάσης ταλαιπωρίας, του λείπει οποιαδήποτε ένδειξη χαλάρωσης. Καπνίζει σε στυλ chain smoking, ανάβοντας κάθε τσιγάρο σχεδόν χωρίς μεταβατικό στάδιο, ενώ ο άλλος με τις παντόφλες-παπούτσια, αφήνει κάποιο διάστημα ανάμεσα σε δύο τσιγάρα. Ο τύπος με την οιονεί βουδιστική στάση σώματος -στα βουδιστικά μοναστήρια, έγραφε κάποιος, απαγορευόταν να ακουμπάς την πλάτη καθήμενος-, μου εμπνέει εντονότατα την παλιά έκφραση, «χαμούρης». Φάτσα βλοσυρή, ταλαιπωρημένη, μάτια μισόκλειστα, σκυφτός συνεχώς. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

κλείστε την πόρτα!

26 Φεβρουαρίου, 2010

Ήταν μια εφημερίδα στο Μόναχο, που από την στιγμή που εμφανίστηκε ο Χίτλερ στην πολιτική, τον έβριζε και τον εξέθετε με κάθε τρόπο, γιατί τον έβρισκε πολύ γελοίο, πολύ απλοϊκό, πολύ βίαιο και πολύ εγκληματικό για τα γούστα της. Είχε αρχίσει να τον βρίζει από τις αρχές τις δεκαετίας του 1920 και τον έβριζε ακόμα, όταν το 1933 έγινε πρόεδρος της κυβέρνησης, και μάλιστα με μεγαλύτερη θέρμη τότε. Αλλά όταν έγινε πρόεδρος ο Χίτλερ, πρώτη του δουλειά ήταν να στείλει μια ομάδα ειδικών στην εφημερίδα για να τους δείξει πώς ερμηνεύονται στην περίπτωσή τους, η βία και η εγκληματικότητα που του απέδιδαν. Οι δημοσιογράφοι της Munich Post ωρύονταν κατακόκκινοι και καταϊδρωμένοι προς τους γερμανούς δείχνοντας τον Χίτλερ, «Κλείστε του την πόρτα, μην τον αφήνετε να πάρει την εξουσία, γιατί είναι πολύ επικίνδυνος! Τόσα χρόνια σας δείχνουμε με στοιχεία και αποδείξεις πόσο επικίνδυνος είναι!»
Ήταν και στην ομώνυμη ταινία, ο Withnail με τον φίλο του σ’ ένα σκωτζέζικο λιβάδι, και ο αγρότης ιδιοκτήτης τους είχε προειδοποιήσει να κλείνουν πάντα την πόρτα του φράχτη. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

βλέμμα διεισδυτικώς βαθύ

24 Φεβρουαρίου, 2010

Ο οθωμανός τούρκος εφοριακός τραβάει βαθειά ρουφηξιά από το τσιμπούκι του, αρκούντως επικοινωνιακώς μελετημένη, το κατεβάζει αργά, και ανεβάζει εξ ίσου αργά τον καϊμακλίδικο καφέ, τραβάει μια ηχηρή ρουφηξιά, αφήνει με μεγαλοπρεπώς αργή κίνηση τον καφέ στο τραπέζι, και όλα αυτά κρατώντας αδιάλειπτη οπτική επαφή με τον παρακαθήμενο απέναντί του, χωρίς ούτε μια στιγμή να παίξουν τα μάτια, επικοινωνιακώς σκοπίμως ασκαρδαμυκτί. Ο οθωμανός πολίτης, έλληνας έμπορος, ανεβοκατεβάζει κι αυτός ομοίως, εναλλάξ, με σημειολογικώς αργές κινήσεις το τσιμπούκι και τον καφέ, και παίζει προθυμότατα, με τον εξ ίσου πρόθυμο τούρκο, το παιχνίδι του αμοιβαίου μετρήματος, τετ α τετ στο τραπέζι, με σχεδόν γουρλωμένα, από την προσπάθεια επίδειξης γαλήνιας ισχύος, μάτια. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

κάποια επικινδυνότητα

23 Φεβρουαρίου, 2010

Στην εκκλησία, έχει τελειώσει η λειτουργία και ο εκπρόσωπος της φιλοπτώχου αδελφότητος «βγάζει δίσκο», κατά το λεγόμενο. Εν προκειμένω, πρόκειται περί αλλοδαπής καθολικής μάλλον εκκλησίας, και έτσι το εκκλησίασμα είναι καθισμένο σε μακριές σειρές που δεν αφήνουν περιθώριο να τις διασχίσει. Αλλά, ως οργανωμένος και με άψογη επαγγελματική συνείδηση και τεχνική (βορειο)ευρωπαίος, έχει ένα επαρκώς βαθύ καλάθι στερεωμένο στην άκρη μιάς επαρκώς επιμήκους λαβής, για να φτάνει μέχρι και στο πιο απομακρισμένο από τον διάδρομο, ακραίο κάθισμα. Με τελετουργική επισημότητα στο ύψος των περιστάσεων, αμίλητος, ανέκφραστος, φέρνει το καλάθι με την σειρά, μπροστά στον εκάστοτε πιστό, κι αυτός με επαρκή χριστιανική ταπεινοφροσύνη, ρίχνει ένα, δύο, κέρματα. Κάποιος πιστός ρίχνει το κέρμα στο καλάθι, και στρέφεται ταπεινοφρόνως και κοιτάζει αλλού. Αντιλαμβάνεται ότι το καλάθι μένει ακίνητο, κοιτάζει τον ανέκφραστο εισπράκτορα, μετά κοιτάζει από την άλλη, την γυναίκα του, που αδιόρατα του νεύει με τα μάτια, και ξαναβάζει το χέρι στην τσέπη, βγάζει επιδεικτικά με δύο δάχτυλα, ένα χαρτονόμισμα, και επιδεικτικά το ρίχνει στο καλάθι. Όλοι πριν, και ο ίδιος, εντόνως συνεσταλμένως, και μη επιδεικτικώς, έριχναν το κέρμα καπακωμένο και καταχωνιασμένο και αθεάτως χουφτωμένο, για να αφήσουν και κάποιες αμφιβολίες περί του τι έριξαν στο φιλόπτωχο καλάθι, δεν νομίζω πως αμφέβαλλε κανείς πάντως, ως προς το ύψος του ποσού. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

κίτρινο

22 Φεβρουαρίου, 2010

Στο μετρό της Αθήνας, ένας μικροκαμωμένος τηνέιτζερ με μαλλί κάπως φουντωτό και κάπως περίεργο, δέχεται την επίθεση μιάς χοντρής στην προσπάθειά της να καθήσει δίπλα του, που τον ταρακουνάει κάπως, μιάς που ο όγκος της ξεπερνάει τις προδιαγραφές καταλληλότητας του καθίσματος. Κοιτάζονται με συγκρατημένη βδελυγμία. Ο νεαρός σκέφτεται εν προκειμένω συνειρμικώς, μπουλντόζες, ζυγαριές, πλαστικούς χειρούργους, ράφια, και η κυρία αντιστοίχως, κωμμωτήρια, απολυμάνσεις, παιδοψυχίατρους, σκέψεις ανομολόγητες και απόλυτα ταιριαστές με τα αμοιβαίως εμπνεόμενα συναισθήματα, που εμπλέκουν βεβαίως και μια σειρά από συμπαθείς επαγγελματίες, όθεν και το διαφημιστικό μήνυμα, ότι ο χρυσός οδηγός σας βρίσκει οτιδήποτε θελήσετε.
Βλέπω τον έλληνα πρωθυπουργό στην τηλεόραση να μιλάει σε κάποια πολιτική συνάντηση, και στην πρώτη σειρά τους πρωθυπουργούς της Αγγλίας και της Ισπανίας, να τον παρακολουθούν με φαινομενική προσοχή. Ο Γιώργος προσπαθεί να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα, και λέει για την τρωθείσα εθνική αξιοπιστία, και για αποφασιστικά μέτρα που θα ληφθούν και όλα θα διορθωθούν και θα γίνουν μέλι-γάλα. Και βλέποντας την προσήλωση που εικονίζεται στα πρόσωπα των δύο ευρωπαίων πρωθυπουργών, υποθέτω πως οι σκέψεις τους θα είναι αρκετά διαφορετικές από το υπηρεσιακό ύφος στο ύψος των περιστάσεων, τόσο διαφορετικές, που να βρίσκονται στο ύψος της πραγματικότητας, όπως δικαιωματικά θα την βλέπουν από την μεριά τους. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Στο «snatch» του Γκάϊ Ρίτσι, ο four fingers Χάρυ είχε μια χαριτωμένη κουβέντα με τον Νταγκ the head. Είπε ο πρώτος, ότι σκόπευε να στοιχηματίσει σε κάποιον αγώνα παράνομου μποξ, και ο άλλος υπονόησε ότι αυτά τα πράγματα είναι πάντα στημένα και του είπε, ότι φαίνεται πως ξέρει κάτι που ο ίδιος δεν ήξερε, και ο φορ φίνγκερς του απάντησε με έξοχο στυλ, ότι προφανώς ξέρει αρκετά πράγματα που εκείνος δεν ήξερε, και ο άλλος το έπιασε και χαμογέλασαν αμοιβαία με κάποια σημασία.
Και ο Φορντ του Νταγκ Άνταμς, από κάποιον πλανήτη κοντά στον Μπετελγέζ, πήγαινε στα πανεπιστημιακά πάρτυ και διασκέδαζε συζητώντας με πολύξερους καθηγητές αστροφυσικής, σε στυλ, ξέρω πολλά που εσείς δεν ξέρετε, αλλά εσείς δεν το ξέρετε, και νομίζετε ότι κάτι ξέρετε.
Μόνο ο Φορντ από την περιοχή του άστρου Μπετελγέζ, ήξερε τι ακριβώς συνέβαινε, όταν κάποια Πέμπτη οι άνθρωποι απέκτησαν επιτέλους κάποιο λόγο που θα τους αποσπούσε στα σίγουρα, όλους μαζί, από την αποκρουστική, χρόνια, σαχλή ανεπάρκειά τους. Μια ανυπέρβλητη καταστροφή άρχιζε να μπουμπουνίζει από πάνω τους, και όλοι έτρεχαν αλλοπρόσαλλοι και παράλογοι και φασαριατζήδες, ως συνήθως, μόνο που εν προκειμένω δεν απασχολούσε καθόλου η όλη αντίδρασή τους τον καταστροφέα και η ατμόσφαιρα ήταν εξόχως καταστροφικώς πολεμική, Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

κάποιο παλιό στυλ

21 Φεβρουαρίου, 2010

Διάβαζα για τις μεγάλες μεταναστεύσεις των βαρβάρων στην Ευρώπη από τον 5ο και για έξι-επτά αιώνες. Νομάδες, που για αρκετό καιρό βολεύτηκαν στην εκτροφή ζώων που έπρεπε να τα πηγαίνουν πέρα δώθε ακολουθώντας τις βροχές. Αυτό το βιολί μοιάζει ξέγνοιαστο, σε στυλ, να τρέχεις με το άλογο μια εδώ και μια εκεί, αλλά είναι κάπως αδιέξοδο για τύπους με μεγαλύτερες φιλοδοξίες. Όταν οι φιλοδοξίες τους τους έκαναν να αισθανθούν φτωχοί, έψαξαν και βρήκαν κάποιους μακρινούς γείτονες που αντί να τρέχουν πέρα δώθε, είχαν βρει κάπου βολικά και έκατσαν στ’ αυγά τους και άρχισαν τις καλλιέργειες και τις ανταλλαγές και τη συσσώρευση και πλούτισαν, και τότε έγιναν ελκυστικοί για τους ψωμόλυσσες καβαλαραίους τσομπάνηδες. Οι ψωμόλυσσες δεν είχαν τίποτα για να χάσουν και ήταν αδίστακτοι, και με ένα ακόμα αχτύπητο συγκριτικό πλεονέκτημα, την τέχνη να πολεμάνε πάνω στο άλογο. Την έπεσαν λοιπόν, στους ασύγκριτα πιο εξημερωμένους και γι αυτό ευάλωτους βολεμένους μακρινούς γείτονες, και φυσικά τους τσάκισαν και τους πλιατσικολόγησαν. Αλλά με τον καιρό, είδαν ότι το στυλ των φλώρων βολεμένων είχε προοπτικές συσσώρευσης, ενώ το δικό τους ήταν αδιέξοδο, μιάς που το μόνο που ήξεραν, ήταν να είναι ψωμόλυσσες ελεύθεροι κι ωραίοι καβαλαραίοι και ληστές, δηλαδή κάπως παρασιτικοί. Έτσι, το είδαν κι αλλιώς, και από φοβερές τυφλές και απολύτως αδίστακτες πολεμικές μηχανές βολίδες, έγιναν από γενιά σε γενιά, κονομημένοι και καλομαθημένοι, κακομαθημένοι, κοιλαράδες συσσωρευτές χρήματος και εμπορεύματος και γης και άλλων πραγμάτων που μπορείς να τα στιβάξεις, αλλά ηρέμησαν κι όλας, και το ριξαν και στο διάβασμα και τις ευγένειες και την ενδοσκόπηση και άλλα τέτοια φλωρίστικα και πολιτισμένα. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

οι ταύροι και ο «τυφλός»

20 Φεβρουαρίου, 2010

Πήγε τελικά ο Καζαντζάκης σε μια ταυρομαχία κάπου στην Ισπανία, μετά από πολλή ψυχολογική προπαρασκευή, εντόνως φολκλορικώς αυτοπαραμυθιασμένος και προκαταβολικώς εκστασιασμένος, περί της μυσταγωγίας που επιτέλους αισθάνθηκε αντάξιός της να την παρακολουθήσει (όπως βεβαιώνει σε κάποιο βιβλίο του με ταξιδιωτικές εντυπώσεις). Αφού επί αρκετές μέρες προσπάθησε εργωδώς να μπει στο πετσί του ρόλου, να αξιωθεί να σκαρφαλώσει στο ύψος των περιστάσεων, για να αξιωθεί να μπει στον ναό της ισπανικότητας, έφτασε τελικά το πλήρωμα του χρόνου και μπήκε. Γράφει για ιερουργία, για μυσταγωγία, για κάτι πολύ σπουδαίο εν πάση περιπτώσει, αλλά εγώ βλέπω πίσω από τις λέξεις, στα κενά ανάμεσά τους, άλλα πράματα. Οι ηρωικοί ταυρομάχοι με το ντύσιμο αλα γιουροβίζιον, κορδωμένοι σε ένα στυλ, που μου θυμίζει την στάση της περήφανης αθλήτριας που μόλις τελείωσε τις τούμπες και χαιρετάει περήφανα το κοινό, σε συνδυασμό, με το λυσσαλέο σφίξιμο τέντωμα του στρατονόμου που εξ ίσου περήφανα, για να μην πω και κάπως περισσότερο, χτυπάει το πόδι, χαιρετάει παληκαρίσια, τεντώνεται σαν χορδή τόξου έτοιμη να σπάσει και παληκαρίσια παραδίδει το στεφάνι στον πρόεδρο της δημοκρατίας για να το καταθέσει στο μνημείο του πολυτεχνείου ή κάτι σχετικό. Καρφώνουν τον ταύρο χωρίς ρίσκο, σε μια γιαλατζί μάχη σικέ, χωρίς καμία παραχώρηση σε στυλ fair play, προς έναν αντίπαλο, που αν τους είχε σε λιγότερο στημένες συνθήκες ας πούμε, θα τους είχε δώσει αυτό που τους αξίζει. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »